Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Από "Ο πίνακας της Φλάνδρας" του Αrturo Perez-Reverte

"...ο κόσμος δεν είναι τόσο απλός όσο θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε. Τα περιγράμματα είναι ασαφή, οι αποχρώσεις ποικίλλουν. Τίποτα δεν είναι άσπρο ή μαύρο, το κακό μπορεί να είναι μια μεταμφίεση του καλού ή της ομορφιάς και το αντίστροφο, χωρίς το ένα να αποκλείει το άλλο. Ένα ανθρώπινο πλάσμα μπορεί να αγαπάει και να προδίδει τον αγαπημένο του την ίδια στιγμή: θύμα και βασανιστής....Βάλε κι εσύ τα δικά σου παραδείγματα. Η ζωή είναι μια αβέβαιη περιπέτεια σ' ένα συγκεχυμένο τοπίο, με όρια που μετατίθενται διαρκώς, με σύνορα τεχνητά, όπου όλα μπορούν να σταματάνε και να ξεκινούν απ' την αχρή κάθε στιγμή ή να τελειώνουν εκεί που δεν το περιμένεις, σαν μια απρόσμενη τσεκουριά, πάντα και ποτέ. Εκεί η μόνη απόλυτη και χειροπιαστή πραγματικότητα, η αδιαμφισβήτητη και καθορισμένη, είναι ο θάνατος. Κι εμείς δεν είμαστε παρά μια μικρή αστραπή ανάμεσα σε δυο αιώνιες νύχτες και ο χρόνος μας, πριγκιπέσα, είναι πολύ λίγος."

Ένας κόσμος ανάποδα Εντουάρντο Γκαλεάνο

Παρότι δεν μπορούμε να μαντέψουμε πως θα είναι τα επόμενα χρόνια, έχουμε τουλάχιστον το δικαίωμα να ονειρευτούμε πώς θα θέλαμε να είναι. Το 1948 και το 1976 ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών διατύπωσε οικουμενικές διακυρήξεις με εκτενείς καταλόγους ανθρώπινων δικαιωμάτων' αλλά η μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας δεν έχει κανένα άλλο δικαίωμα εκτός από το δικαίωμα να βλέπει, να ακούει και να σιωπά. τι θα γίνει αν αρχίσουμε να ασκούμε το δικαίωμα στο όνειρο που δεν διακυρήχθηκε ποτέ; τι θα γίνει αν για μια στιγμούλα αφεθούμε στο παραλήρημα; Ας διαπεράσει το βλέμμα μας το όνειδος και ας ονειρευτούμε έναν άλλο κόσμο όπου: ο αέρας θα είναι καθαρός, απαλλαγμένος από το μικρόβιο του ανθρώπινου φόβου και από τα ανθρώπινα πάθη στους δρόμους τα σκυλιά θα συνθλίβουν αυτοκίνητα τους ανθρώπους δεν θα τους ελέγχει το αυτοκίνητο, δε θα τους προγραμματίζει ο υπολογιστής, δε θα τους εξαγοράζει το σούπερ μάρκετ, δε θα τους παρακολουθεί η τηλεόραση η τηλεόραση θα πάψει να είναι το πιο σημαντικό μέλος της οικογένειας και θατης συμπεριφερόμαστε όπως στο σίδερο ή το πλυντήριο ρούχων οι άνθρωποι θα δουλεόυν για να ζήσουν, αντί να ζουν για να δουλεύουν στους ποινικούς κώδικες θα ενταχθεί και το αδίκημα της βλακείας, το αδίκημα που διαπράττουν όσοι ζουν για να έχουν ή για να κερδίζουν, αντί να ζουν απλώς και μόνο για να ζουν, σαν τα πουλιά που κελαηδούν χωρίς να ξέρουν ότι κελαηδούν και σαν τα παιδιά που παίζουν χωρίς να ξέρουν ότι παίζουν σε καμμιά χώρα δεν θα φυλακίζονται οι νέοι που αρνούνται να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους θητεία αλλά εκείνοι που θα θέλουν να την υπηρετήσουν οι οικονομολόγοι δε θα ονομάζουν επίπεδο ζωής το επίπεδο κατανάλωσης, ούτε ποιότητα ζωής την ποσότητα των υλικών αγαθών οι μάγειροι δεν θα πιστεύουν ότι είναι ευχάριστο για τους αστακούς να τους βράζουν ζωντανούς οι ιστορικοί δεν θα πιστεύουν ότι η εισβολή σε μια χώρα είναι κάτι που την ευχαριστεί οι πολιτικοί δεν θα πιστεύουν ότι είναι ευχάριστο για τους φτωχούς να τρώνε υποσχέσεις η σοβαρότητα θα πάψει να θεωρείται αρετή και κανείς δε θα παίρνει στα σοβαρά έναν άνθρωπο που δε θα είναι ικανός να γελάει με τον εαυτό του ο θάνατος και το χρήμα θα χάσουν τις μαγικές τους δυνάμεις και ούτε ο θάνατος ούτε η περιουσία θα μπορούν να μετατρέψουν έναν παλιάνθρωπο σε ευυπόληπτο πολίτη κανείς δε θα θεωρείται ήρωας ή χαζός επειδή κάνει αυτό που πιστεύει ότι είναι σωστό αντί να κάνει αυτό που τον συμφέρει περισσότερο ο κόσμος δεν θα πολεμάει πια τους φτωχούς αλλά τη φτώχεια και η στρατιωτική βιομηχανία δε θα έχει άλλη λύση παρά να κλείσει το φαγητό δε θα είναι εμπόρευμα ούτε η επικοινωνία εμπόριο, επειδή το φαγητό και η επικοινωνία ε΄ναι δικαιώματα του ανθρώπου κανείς δε θα πεθαίνει από πείνα επαιδή κανείς δε θα πεθαίνει από το πολύ φαϊ κανείς δε θα φέρεται στα παιδιά του δρόμου σαν να είναι σκουπίδια, επειδή δε θα υπάρχουν παιδιά του δρόμου κανείς δε θα φέρεται στα πλούσια παιδιά σαν να είναι λεφτά, επειδή δε θα υπάρχουν πλούσια παιδιά η εκπαίδευση δε θα είναι προνόμια μόνο όσων μπορούν να την πληρώσουν η αστυνομία δεν θα είναι εφιάλτης για όσυς δεν μπορούν να την εξαγοράσουν η δικαιοσύνη και η ελευθερία, αδέρφια σιαμαία που καταδικάστηκαν να ζουν χωριστά, θα ενωθούν και πάλι, πλάτη με πλάτη μια μαύρη γυναίκα θα είναι πρόεδρος της Βραζιλίας και μια άλλη γυναίκα, επίσης μαύρη, θα είναι πρόεδρος την Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής’ μια ινδιάνα γυναίκα θα κυβερνάει τη Γουατεμάλα και μια άλλη το Περού στην Αργεντινή οι τρελές της Πλάζα ντε Μάγιο θα είναι παράδειγμα πνευματικής υγείας, επειδή εκείνες αρνήθηκαν να ξεχάσουν στα χρόνια της υποχρεωτικής λήθης η Αγία Μητέρα Εκκλησία θα διορθώσει τα τυπογραφικά λάθη στους πίνακες του Μωυσή και η έκτη εντολή θα προστάζει να τιμάμε το σώμα η Εκκλησία επίσης θα υπαγορεύσει μια ακόμη εντολή, που την ξέχασε ο Θεός: «Αγάπα τη φύση, μέρος της οποίας είσαι κι εσύ» θα ξαναβλαστήσουν τα δάση στον ερημωμένο κόσμο μας και στις ερημωμένες ψυχές οι απελπισμένοι θα ξαναβρούν την ελπίδα τους και οι χαμμένοι τη ζωή τους, αφού απελπίστηκαν επειδή ήλπισαν πολύ και χάθηκαν επειδή έψαξαν πολύ όσοι έχουμε θέληση για δικαιοσύνη και ομορφιά θα είμαστε όλοι αδέρφια, όποτε κι αν έχουμε γεννηθεί, όπου κι αν έχουμε ζήσει, χωρίς να χρειαστεί να αλλάξουμε καθόλου τα σύνορα του κόσμου και του χρόνου η τελειότητα θα εξακολουθήσει να είναι το βαρετό προνόμιο των θεών’ όμως, σ’ αυτό τον όμορφο αλλά και γ**ημένο κόσμο, θα ζούμε την κάθε νύχτα σαν να ‘ναι η τελευταία καιτ ην κάθε μέρα σαν να ‘ναι η πρώτη μας.

Μάρω Βαμβουνάκη - Τηλεφωνήματα και ενοχές

Ο πόθος, λοιπόν, και το χειρότερο: η ανάγκη Κι από την άλλη μέρα είδα την πόρτα της ζωής ν'ανοίγει και να με τραβάει πάλι μέσα... ...Φεύγοντας τα πήρες όλα μαζί σου και μ'άφησες πίσω μ'αυτή που δεν ήμουνα σαν αποφόρι. Θα'πρεπε να ξαναμάθω τη ζωή. Να ξαναμάθω το θάνατο. Τη μουσική. Τίποτα δεν είχε σχέση καμιά με το χθες. Ούτε εγώ σχέση καμιά με μένα. Όλα μετονομάσθηκαν. Έχασα ό,τι ξέρω. Θα μ'αναγνωρίζουν όσοι με γνώριζαν; Πώς θα συνομιλώ με τους άλλους; Δεν είχα πια όνομα, είχα όμως το όνομά σου. Μέσα στη ζωή. Μετά από αιώνες στην έρημο και στη βαβέλ, στην άγονη έρημο και στους τυφλούς τοίχους. Η υγεία πονάει πολύ, άμα έχεις κάνει αιώνες άρρωστος. Σ'ευχαριστώ που με πέρασες από την Ωραία Πύλη της ανατροπής μου. Χάρη σ'εσένα κέρδισα τη μεγαλοψυχία που νιώθουμε όταν αδιαφορούμε. Με όλους μεγαλόψυχη, επιεικής σαν απόμακρη, ελεύθερη από απαιτήσεις μια και όλες έγιναν η ανάγκη η δική σου. Η μόνη και η κύρια και δεν χρειάζομαι άλλο τα άλλοθι... ...Πήρες τα μισητά ουρλιαχτά μου, τα βουβά, και τα έκανες μουσική, όλη να αντηχώ στις ηλεκτρικές νύχτες, δίκαιη, αρμονική, πειστική. Να μη ντρέπομαι. Να μπορώ να μ'αγαπάω. "Γίνονται αυτά με δυο μόνο συναντήσεις; Γίνεται σ'ένα απόγευμα μια αναγέννηση;" ρωτούσα κατάπληκτη κάποιον φίλο που γνωρίζει απ'τον μυστικισμό της αγάπης. "Και σε μια ώρα, και σε ένα λεπτό γίνεται η Συνάντηση". "Και μπορεί να διαρκέσει για πολύ;" "Και για πάντα". Η μόνη λύση είναι ο έρωτας, έγραφε εκείνος ο ποιητής που μελετούσε άγρυπνος των ονείρων την παράλογη ελευθερία. Ο έρωτας που δεν νικιέται από τίποτα. Αδύνατον να τον διώξεις άμα σε κυριεύσει, αδύνατον να τον κυριεύσεις άμα σε αγνοεί. Δεν κυνηγιέται, δεν κερδίζεται, δεν ξεφεύγεις με τίποτα άμα σε διαλέξει. Σ'αφήνει, μα δεν τον αφήνεις. Στο μαρτύριο του ανεξέλεγκτου, στην ανασφάλεια την εξευτελιστική, στην αγωνία των σπλάχνων και της αναπνοής, το μόνο κέρδος: η Γλύκα. Η λιγωμένη γλύκα που και με το θάνατο αγοράζουνε όσοι θυμούνται πως την γεύτηκαν. Γι'αυτή σου λέω και μου λες. Το μόνο κέρδος: η Προσδοκία. Η ζωοδότρα προσδοκία πως τώρα όμως θα συμβεί η Ένωση. Πως τώρα όμως δεν θα είμαι άλλο μόνη. Πώς σε μια βραδιά ένας άγνωστος ξένος γίνεται ό,τι πιο δικό σου έχεις;... ...Πάντα γοητευόμαστε ν'αναπολούμε την πρώτη πρώτη στιγμή που σηκώσαμε τα μάτια και πρωτοκοιτάξαμε, αθώα και παρθένα και ανήξερα, εκείνον που πρωτοερχόταν εν αγνοία του, εν αγνοία μας, να διαρρήξει για παντοτινά πια, για μελλοντικά και για αναδρομικά, εκείνο που μέχρι τότε ονομάζαμε: η ζωή μου. Επιθυμούμε εκ των υστέρων να εντοπίζουμε σημάδια για το μελλοντικό, για ό,τι επακολούθησε αναζητάμε έννοιες και οιωνούς συμπηκνωμένους στο ανύποπτο και στο στιγμιαίο. Το πώς τα δραματικά της ζωής μας βρίσκονται γραμμένα κάπου, κάπως, συμβολικά, με κώδικες άγνωστους έστω, αλλά κάπως, είναι απ'τους πιο θελκτικούς μύθους μας που δεν σταματάμε να ποτίζουμε. Τα σημαντικά μας να είναι γεμάτα σημαδιακά επιθυμούμε, να προειδοποιούν την επιπόλαιη, απρόσεκτη ψυχή μας, να έχουμε λάβει προαγγελίες κι ας μην το καταλάβαμε όταν έπρεπε. Γυρεύουμε να θυμηθούμε τι ονειρευτήκαμε την προηγούμενη νύχτα. Να συνδυάζουμε. Δεν το αντέχουμε να είμαστε εντελώς παραπεταμένοι. Απόλυτα εκτεθειμένοι σε μια βάρβαρη σύμπτωση. Προτιμότερο χίλιες φορές ένα πεπρωμένο σκληρό παρά μια ευνοική τυχαιότητα. Γινόμαστε αβάσταχτα ασήμαντοι αλλιώς..."